Skip to content

Άνθρωποι τουρσί. Ένα κείμενο για ταξίδια με οικονομικές αεροπορικές.

190418

IMG_3964Είναι λίγα χρόνια τώρα που το να κάνεις διεθνή ταξίδια με αεροπλάνο γίνεται σταδιακά όλο και πιο δυσάρεστο. Στην Ελλάδα, στο αεροδρόμιο, μας αφήνουν πάντα να περάσουμε τον έλεγχο με μπουκάλι νερό, αλλά εξίσου πάντα με ρωτούν (και μάλιστα μπροστά στο παιδί) αν βγαίνουμε απ’ τη χώρα εν γνώση του πατέρα του. Στην Ελλάδα (η δικαιολογία τους είναι ότι) φοβούνται τις γυναίκες. Στην Αγγλία δε ρωτάνε ποτέ για το παιδί, αλλά μας κρατάνε πάντα το μπουκάλι του. Στην Αγγλία (η δικαιολογία τους είναι ότι) φοβούνται την τρομοκρατία.  

Είναι λίγα χρόνια τώρα που το να κάνεις διεθνή ταξίδια με αεροπλάνο γίνεται σταδιακά όλο και πιο δυσάρεστο. Οι εργαζόμενοι συμπεριφέρονται ως ένστολοι, ενώ τα βασικά (δικαιώματα και παρεχόμενες υπηρεσίες, ή, καλύτερα, δικαιώματα ως παρεχόμενες υπηρεσίες) μειώνονται συνεχώς, μειώνοντας συνεχώς εκ νέου τα όρια του μίνιμουμ, φανερώνοντας μεταξύ άλλων ότι ένα από τα συμπτώματα της τρομολαγνείας είναι μια σειρά από νέα αρνητικά προϊόντα, που μπορείς να εξαγοράσεις σε μια προσπάθεια να διατηρήσεις κάποιου τύπου αξιοπρέπεια: νερό από την άλλη πλευρά, θέσεις άλλες από αυτές που προτιμάς (παράθυρο ή διάδρομος κατά περίσταση -άραγε βάση κάποιας στατιστικής ή βλέπουν απ’ ευθείας τα  κούκιζ μου;), εξαγορά ή υποχρεωτική αποστολή της χειραποσκευής με τις κανονικές βαλίτσες και παράλληλη άρνηση μεταφοράς υγρών, σταδιακά σμικρυνόμενες διαστάσεις στις τσάντες όπου τελικά επιτρέπονται μέσα στο αεροσκάφος, μικρές και μικρότερες θέσεις, φαγητό και νερό που πουλιούνται επιπλέον του ναύλου αλλά και που σώνονται προτού προλάβουμε να φάμε και πιούμε όλοι, τραγελαφικές παράλληλες ουρές “προτεραιότητας”  και μη που χωρίζονται μεταξύ τους απλώς με κορδέλες κ.ά. Όλα συμβολικά ενός μόνου προϊόντος: της τάξης.

Όπως και μέσα από τα περισσότερα αγαθά, εκείνο που αγοράζεις είναι η τάξη σου. Και πρέπει να φαίνεται. Στην πάνω τάξη οι ένστολοι εργαζόμενοι σου συμπεριφέρονται (περίπου) ως πελάτη. Στην κάτω τάξη σου συμπεριφέρονται ευθέως ωσάν να είσαι ύποπτος. Ύποπτος: μια ρευστή, εν δυνάμει, μεταιχμιακή κατάσταση, ακριβώς όπως αυτή του αεροδρομίου. 240 περίπου ύποπτοι και ύποπτες σε τρίωρες και τετράωρες πτήσεις, ταξιδεύουμε μέσα σ’ ένα ιπτάμενο κουτί, γεμάτο νεύρα, κι έτοιμο να εκραγεί.

Η ανησυχία και ο εξευτελισμός οξύνονται ακόμη περισσότερο από το γεγονός ότι στο διεθνές έδαφος του αεροδρομίου είναι εντελώς ασαφές εάν μπορείς καν να επικαλεστείς την ιδιότητα του πολίτη (πχ όταν σου αρπάζουν το διαβατήριο γιατί αρνείσαι να σου στείλουν απροειδοποίητα τη χειραποσκευή με τις βαλίτσες και αν απλώσεις να το πάρεις πίσω αρχίζουν ξαφνικά να φωνάζουν ότι τους χτύπησες), όπως επίσης ότι όταν τα αγγλικά του εργαζόμενου που σε “εξυπηρετεί” δεν είναι η μητρική του (κι εδώ που τα λέμε, ούτε η δικιά σου), ο διάλογός σας μπορεί ανά πάσα στιγμή να πάψει να βγάζει νόημα, ενώ παράλληλα, πχ στην πύλη, είναι εντελώς ασαφές αν ο ίδιος εκπροσωπεί την αεροπορική ή το αεροδρόμιο, πέφτοντας συνεχώς σε αντιφάσεις για τις οποίες όμως δεν είσαι σε θέση να τον εγκαλέσεις. Εδώ να προσθέσω ότι, όπως και σε κάθε άλλη εμπόλεμη συνθήκη, είναι πάντα πιο εύκολο όταν ταξιδεύεις με παιδιά -μπορεί να του αρνηθούν το νερό του και να μην έχουν να του πουλήσουν δικό τους, να αρχίσουν να ρωτάνε για τον πατέρα του, ή να το βάλουν να καθίσει 8 σειρές μακρυά σου, αλλά δεν πειράζει γιατί μπαίνετε τσάμπα στη ουρά προτεραιότητας (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό).

Οι εργαζόμενοι στην πύλη είναι απριόρι επιθετικοί. Τους κοιτάω στα μάτια και προσπαθώ να εντοπίσω αν είναι προϊόν των συνθηκών εργασίας τους, ή αν είναι εκπαιδευμένα σκυλιά των αφεντικών τους -αν αυτό μπορεί να διαχωριστεί επαρκώς στην ουσία του- αλλά σε οποιαδήποτε περίπτωση είναι προφανές ότι η συμπεριφορά τους εξαρτάται από το κίτρινο αυτοκόλλητο που σου φοράνε στη “μη-προτεραιότητα” -κρατιέμαι με δυσκολία να μη γίνω ακόμη πιο γραφική- υποχρεωτικά, ενώ περιμένεις στην ουρά.

Κάθε Ευρωπαίος τουρίστας που ταξιδεύει με R.A και E.J (και μάλιστα χωρίς καν “προτεραιότητα”) είναι ύποπτος. Κάθε “Ευρωπαίος τουρίστας” (κατά το σύντομο ανέκδοτο του φιλόξενου ‘Ελληνα, “Αλβανός τουρίστας”) είναι ένας εν δυνάμει οικονομικός μετανάστης. Και τουλάχιστον σε τούτες τις φτηνές αεροπορικές, τα διεθνή ταξίδια μ’ αεροπλάνο τείνουν πια να μοιάζουν με υπερατλαντικά ταξίδια με πλοίο στις αρχές του 20ού για την Αμερική, ή ίσως και χειρότερα: δεν είναι τα πλεονεκτήματα που διαφοροποιούν πια την πρώτη θέση από την πλέμπα, αλλά εκείνα τα οποία η εκόνομι στερείται, που μου θυμίζει εκείνο που μου είχε κάποτε πει ο Α.Κ, ότι στο θέατρο το βασιλιά τον παίζουν οι υπίκοοί του -δεν τον παίζει ο βασιλιας. Οφείλω εγώ να υποφέρω και να βρίσκομαι υπό μια διαρκή προσβολή, και οφείλω να φαίνεται. Τη διαρκή μου προσβολή είναι που αγοράζει η ουρά προτεραιότητας, το θέαμα της διαρκούς μου προσβολής, και της κοστίζει από 4 (επιλογή θέσης) μέχρι 40 (δικαίωμα αποσκευής) ευρώ. Κυμαίνεται δηλαδή, αν μη τι άλλο, στην ίδια κλίμακα με ένα φτηνό σινεμά και μια μέση θέση στην όπερα.

Έχεις πληρώσει όμως κι εσύ. Τα 35-80 ευρώ που κοστίζουν τα αεροπορικά στην εκόνομι, συνοδεύονται από μια σαφή εγγύηση που επιστρέφεται μόνον άμα τη επιβιβάσει, εγγύηση ούτε καν σε είδος, αλλά σε χρόνο – τη μονάδα μέτρησης της εργασίας, του εγκλεισμού και της εξορίας: Τέσσερις, τρεις, δύο μήνες από τη ζωή σου, όσους δηλαδή λιγότερους νωρίτερα αντέχει η τσέπη σου να κλείσεις εισιτήριο. Όχι το εισιτήριο με το οποίο ταξιδεύεις (μιας που στην περίπτωση που κάτι πάει πολύ στραβά, δεν είναι ότι αντί για το ΚΤΕΛ των 16.00, θα πάρεις το ΚΤΕΛ των 21.00), αλλά το εισιτήριο που σήμερα για αύριο κοστίζει πια 200, 400, ή 500 ευρώ, και που επειδή είναι σαφές ότι δεν έχεις να τα πληρώσεις σε χρήμα, τα έχεις ήδη διαθέσει – τα έχεις ήδη εν δυνάμει αποστερηθεί – απευθείας σε χρόνο. 240 διατεθειμένες και διατεθειμένοι, ταξιδεύουμε μέσα σ’ ένα ιπτάμενο κουτί χωρίς πόρτα, ανακουφισμένοι ότι περάσαμε τη δοκιμασία (το σύνορο, το όριο, την ενδιάμεση κατάσταση) μ’ επιτυχία, ώστε τώρα να είμαστε όντως στον αέρα.

Υπάρχει μια ανερχόμενη βιομηχανία που βασίζεται στην καλλιέργεια αυτού του ασαφούς άγχος του να μπαίνεις στο αεροπλάνο με αγνώστους που κουβαλάνε -θου κύριε- νερό για τα παιδιά τους και φέτα σε άλμη. Την ώρα που όλοι μαζί βρισκόμαστε σε κενό αέρα και πολιτικών δικαιωμάτων, μια ολόκληρη αγορά εντεινόμενης συμβολικής αξίας, μέσα από το δικαίωμα να έχεις τσάντα ή περισσότερο χώρο για τον κώλο σου, σου πουλάει τη δυνατότητα να είσαι (όχι πια λιγότερο μαύρος, λιγότερο μπάσταρδος, λιγότερο έκφυλος, ή λιγότερο χοντρός, αλλά κατά βάση) λιγότερο ύποπτος.  Λιγότερο ύποπτος μικροαστός νεομετανάστης με καλά αγγλικά, σπαστά γερμανικά, οικογενειακή ατομική ιδιοκτησία στην Ελληνική ύπαιθρο και μεταπτυχιακό. Λιγότερο ύποπτος, αλλά για το εντελώς λάθος έγκλημα. 

* Ευχαριστώ για τις κουβέντες τη Δ.Μ και τον Τ.Α.

 

No comments yet

Leave a comment